Προς διαγραφή «κόκκινα» φορολογικά χρέη ύψους 10 δισ. ευρώ - Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις
Τα 9,8 δισ. ευρώ προέρχονται από οφειλές άνω του 1.500.000 ευρώ. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των αρμοδίων υπηρεσιών παραμένουν ανείσπρακτα επί χρόνια.
Οφειλές στην εφορία από επιχειρήσεις που έχουν κηρύξει πτώχευση ή από φορολογούμενους που έχουν αποβιώσει ή δεν έχουν εισοδήματα η περιουσιακά στοιχεία και οι οποίες λιμνάζουν δεκαετίες στα συρτάρια των εφοριών και των τελωνείων αναμένεται να «βάλει στο ψυγείο» η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) μέχρι το τέλος του έτους με στόχο να υπάρχει πραγματική εικόνα για το ύψος των ληξιπρόθεσμων χρεών στο Δημόσιο.
Ο σχεδιασμός προβλέπει ότι στα «ανεπίδεκτα είσπραξης» ληξιπρόθεσμα χρέη από φόρους θα προστεθούν άλλα 10 δισ. ευρώ με τα 9,8 δισ. ευρώ να προέρχονται από οφειλές άνω του 1.500.000 ευρώ και οι οποίες παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των αρμοδίων υπηρεσιών παραμένουν ανείσπρακτα επί χρόνια ενώ δεν υπάρχουν διαθέσιμα μέσα για την αναγκαστική είσπραξή τους.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της φορολογικής διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί. Η εκμίσθωση τραπεζικής θυρίδας από οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο δεν κωλύει τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης, ακόμα και πριν λάβει χώρα η διάρρηξη αυτής, εφόσον έχει ήδη επιβληθεί κατάσχεση στα χέρια τρίτου.
- Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν είναι δυνατή η υποβολή αυτής.
- Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά ορισμένο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις και είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
Προστέθηκαν κριτήρια
Με τροποποιήσεις στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προστέθηκαν κι άλλα κριτήρια για το χαρακτηρισμό των οφειλών ως «ανεπίδεκτες είσπραξης» και συγκεκριμένα:
- Η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ, όπως η αξία αυτή προκύπτει, κατά σειρά, από εκτίμηση πιστοποιημένου εκτιμητή, όπου υπάρχει, ή από το ποσό του αθροίσματος της φορολογητέας αξίας των δικαιωμάτων αυτών για τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Αν συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις αλλά η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το 100.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών.
- Η συνολική αξία της κινητής περιουσίας του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ακόμα και αν η κατάσχεση αυτής δεν κατέστη δυνατόν να επιβληθεί παρά την έγγραφη παραγγελία της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με το ύψος της συνολικής βασικής ληξιπρόθεσμης οφειλής και δεν υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ. Αν η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί κινητών του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ο χαρακτηρισμός οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο τον χρόνο καταχώρησης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων.
Επίσης ως ανεπίδεκτες είσπραξης χαρακτηρίζονται οφειλές και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Αν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον 10 ετών από την υπαγωγή της επιχείρησης του οφειλέτη, φυσικού ή νομικού προσώπου, σε διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης ή από τη λύση του νομικού προσώπου και η τρέχουσα συνολική αξία του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση περιουσίας και της περιουσίας των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, η οποία δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ. Αν συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, αλλά η τρέχουσα συνολική αξία του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση περιουσίας και της περιουσίας των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών.
- Αν ο οφειλέτης ή συνυπόχρεο πρόσωπο απεβίωσε χωρίς να καταλείπει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και ο επιζών σύζυγος ή μέρος συμφώνου συμβίωσης, τα τέκνα του οφειλέτη καθώς και οι εκ διαθήκης κληρονόμοι αυτού αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά.